Study of Beelzebub's Tales

Κεφάλαιο.Σελίδα.Τόμος

Μαλ-ελ-Λελ

 

1 Η αφύπνιση της σκέψης

1.30-1.Α

Ταυτόχρονα άρχισε σε όλη την περιοχή της σπονδυλικής μου στήλης μία σχεδόν ανυπόφορη φαγούρα, κι ένας «κολικός» καταμεσίς στο στήθος μου, το ίδιο ανυπόφορος· και όλες οι αλλόκοτες εκείνες αισθήσεις που η μία ερέθιζε την άλλη, αφού πέρασε αρκετή ώρα έξαφνα αντικαταστάθηκαν από μια τέτοια κατάσταση εσωτερικής ηρεμίας, που όμοια της ένιωσα στη ζωή αργότερα μόνο μια φορά, όταν υποβλήθηκα στην τελετή της μεγάλης μύησης στην Αδελφότητα «Εκείνων που κάνουν βούτυρο απ’ τον αέρα».

Όταν το «Εγώ» μου, εκείνο δηλαδή το «άγνωστο» που σε αρχαίους χρόνους κάποιος παλαβός — τον οποίο οι γύρω του τον έλεγαν «σοφό», όπως και σήμερα ακόμα ονομάζουν τέτοια άτομα — όρισε με τις λέξεις: «μια σχετικά παροδική εμφάνιση, που εξαρτάται από την ποιότητα της λειτουργίας της σκέψης, του συναισθήματος και του οργανικού αυτοματισμού», και το οποίο κάποιος άλλος ξακουστός σοφός της αρχαιότητας, ο Άραβας Μαλ-ελ-Λελ, όρισε ως «το συνδυασμένο αποτέλεσμα του συνειδητού, του υποσυνείδητου και του ενστίκτου» — ένας ορισμός τον οποίο, πρέπει να πούμε, αργότερα «δανείστηκε» ένας σοφός, εξίσου ξακουστός, ο Έλληνας Ξενοφώντας — όταν λοιπόν στην κατάσταση αυτή το «Εγώ» μου έστρεψε τη σαστισμένη του προσοχή προς τα μέσα, διαπίστωσα καταρχήν σαφέστατα ότι όλα όσα μου επέτρεψαν να κατανοήσω και την παραμικρή λέξη εκείνου του γνωμικού, που θεωρείται μια «παγκόσμια αρχή της ζωής», μετασχηματίστηκαν μέσα μου σε μία ιδιαίτερη κοσμική ουσία, η οποία, καθώς συγχωνεύτηκε με τα στοιχεία που είχαν προηγουμένως κρυσταλλωθεί μέσα μου πολύ πριν από την τελευταία επιθυμία της αγαπημένης μου γιαγιάς, άλλαξε τα στοιχεία αυτά και τα έκανε «κάτι», και αυτό το «κάτι», διεισδύοντας παντού στο σύνολό μου, καταστάλαξε για πάντα σε κάθε μόριο της ολότητάς μου. Κατά δεύτερο, το δύστυχο «Εγώ» μου ένιωσε καθαρά και συνειδητοποίησε, μ’ ένα συναίσθημα υποταγής, το θλιβερό γεγονός ότι παντού και πάντα, χωρίς εξαίρεση, έπρεπε, θέλοντας και μη, να εκδηλώνεται σύμφωνα προς αυτή την ιδιότητα, η οποία δεν σχηματίστηκε στην παρουσία μου σύμφωνα με τους νόμους της κληρονομικότητας, ούτε καν από την επιρροή των συνθηκών του περιβάλλοντος, αλλά κάτω από την επίδραση τριών τυχαίων εξωτερικών αιτίων, που δεν είχαν τίποτε το κοινό μεταξύ τους, δηλαδή πρώτον, χάρη στην παραίνεση ενός προσώπου που, χωρίς να υπάρχει εκ μέρους μου η παραμικρή επιθυμία, ήταν η παθητική αιτία της αιτίας της εμφάνισης μου σ’ αυτόν τον κόσμο· δεύτερον, εξαιτίας ενός δοντιού που μου έσπασε ένας αλητάκος, επειδή ο ξάδελφός του ήταν «σαλιάρης»· και τρίτον, λόγω της φραστικής διατύπωσης την οποία ξεστόμισε κάποιος μεθυσμένος που μου ήταν τελείως άγνωστος: κάποιος έμπορος «τύπου Μόσχας».